Στη Γ.Σ. της Επιτροπής Νήσων της CRPM που πραγματοποιήθηκε σήμερα στην Κύπρο συμμετέχει ο Περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου Γιάννης Μαχαιρίδης, και με την ιδιότητά του ως αντιπροέδρου της Επιτροπής, εν όψει της άτυπης συνάντησης που έχουν την Τρίτη οι υπουργοί των κρατών μελών της Ε.Ε. υπεύθυνων για τη συνοχή, με πρωτοβουλία της κυπριακής προεδρίας.

Ο κ. Γ. Μαχαιρίδης που συνοδεύεται από την αντιπεριφερειάρχη Ελ. Φτακλάκη, στην εισήγησή του, έθεσε για μία ακόμα φορά το αίτημα και την πρόταση να καταταγεί το Νότιο Αιγαίο στο Στόχο της «μετάβασης» από το στόχο 2 που βρίσκεται σήμερα, τονίζοντας παράλληλα την ανάγκη «να προτείνουμε τους τρόπους και τα μέσα με τα οποία οι νησιωτικές περιφέρειες της Ε.Ε. δεν θα τύχουν της ίδιας αντιμετώπισης με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές περιφέρειες και θα μπορέσουν να επωφεληθούν τα μέγιστα από την νέα πολιτική για τη συνοχή.

Μεταξύ άλλων, ο Περιφερειάρχης επεσήμανε τα παρακάτω:

«Στο πλαίσιο της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας, και ενόψει των κρίσιμων διαπραγματεύσεων για το δημοσιονομικό πλαίσιο της νέας περιόδου, που πρόκειται να κορυφωθούν στα τέλη του 2012, οφείλουμε όλοι μας, τόσο σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό, όσο και σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο να επιδείξουμε τον απαραίτητο ρεαλισμό προκειμένου να επιτύχουμε ένα εφικτό και συνάμα ισορροπημένο πλαίσιο για την πολιτική συνοχής μετά το 2013, καθώς και για τη Στρατηγική Ευρώπη 2020.

Η ισοπεδωτική και χωρίς διακρίσεις ευρωπαϊκή πολιτική αφορά και τον νησιωτικό χώρο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περιφέρεια μου με τα 48 κατοικημένα νησιά για τα οποία το μέλλον περιγράφεται ζοφερό, μια και δίνουν αγώνα για την επιβίωση και δύσκολα μπορούν να προωθήσουν την έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη που προωθεί η Ευρώπη 2020.

Γι αυτό η Στρατηγική δεν  πρέπει να θεωρηθεί αυτοσκοπός. Μια στρατηγική για το μέλλον της Ευρώπης δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί εάν δεν μεριμνήσει για την ενεργότερη συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών στο σχεδιασμό, στην υλοποίηση και στην αξιολόγηση των στόχων της, και εάν δεν λάβει υπόψη τις ιδιαιτερότητες και ανάγκες των τοπικών αρχών της Ε.Ε..

Ει μη τι άλλο, η οικονομική κρίση, κατέδειξε με τον πλέον περίτρανο τρόπο πως το ΑΕγχΠ, ως ο μοναδικός δείκτης για την κατανομή των πόρων δεν επαρκεί για να αποδώσει μια ολοκληρωμένη εικόνα του επιπέδου ανάπτυξης των ευρωπαϊκών περιφερειών. 

Η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, παραδείγματος χάριν, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας για το έτος 2009, διαθέτει, μετά την Αττική, το δεύτερο υψηλότερο ΑΕγχΠ (112%) μεταξύ των 13 ελληνικών περιφερειών. Αυτό όμως που δεν γίνεται αντιληπτό είναι τα μόνιμα διαρθρωτικά μειονεκτήματα της Περιφέρειας, λόγω της εδαφικής της ασυνέχειας και της πολυνησιωτικότητας της, τα χαμηλά ποσοστά της στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, τα χαμηλά ποσοστά των αποφοίτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και ούτω κάθε εξής.

Τι προτείνουμε:

–           Διαφοροποιημένη αντιμετώπιση των νησιωτικών περιοχών, βάσει του άρθρου 174 της Συνθήκης και ένταξη των νησιωτικών περιφερειών του Στόχου 2 στις περιφέρειες μετάβασης, προκειμένου οι ιδιαιτερότητες τους να λαμβάνονται υπόψη και να προστατεύονται επαρκώς.

–           Μεγαλύτερη ευελιξία των μηχανισμών της πολιτικής συνοχής προκειμένου να επιτρέπει επενδύσεις που είναι ικανές να εξασφαλίσουν επίπεδα ανάπτυξης, που συνάδουν με τους στόχους της Ευρώπης 2020, ακόμα και όταν υφίστανται ιδιαίτερες γεωγραφικές συνθήκες. Ειδικότερα, όσον αφορά το ζωτικής σημασίας ζήτημα της προσβασιμότητας να επιτραπεί στις νησιωτικές περιοχές να επενδύουν μέρος των διαθέσιμων κονδυλίων υπέρ των συγκοινωνιών και υπέρ των θαλάσσιων μεταφορών.

–           Δημιουργία θέσης προϋπολογισμού για τη νησιωτικότητα και τη νησιωτική πολιτική στο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2014-2020.

–           Ενίσχυση της εδαφικής συνοχής και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των περιορισμών που αντιμετωπίζουν τα νησιά, μέσω της καθιέρωσης συστήματος αξιολόγησης των επιπτώσεων των ευρωπαϊκών πολιτικών στα νησιά.

–           Χρήση συμπληρωματικών προς το ΑΕγχΠ δεικτών, προκειμένου να αποδοθεί μια ορθότερη αποτύπωση των επιπέδων ανάπτυξης, καθώς και των χωρικών ανισοτήτων των περιφερειών.

–           Ενεργότερο ρόλο των τοπικών και περιφερειακών αρχών στις διαδικασίες εκπόνησης, διαπραγμάτευσης, εφαρμογής και αναθεώρησης των διαφόρων στρατηγικών εγγράφων, ιδίως του Κοινού Στρατηγικού Πλαισίου και των συμβάσεων εταιρικής σχέσης.

–           Υπογραφή εδαφικών συμφώνων για την υλοποίηση της Στρατηγικής Ευρώπη 2020 μεταξύ όλων των αρμόδιων επιπέδων δημόσιας διοίκησης, ως ένα πρακτικό μέσο άσκησης της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης.

–           Χορήγηση επαρκών χρηματοδοτικών μέσων. Προκειμένου να ανταποκριθούμε στους στόχους της νέας στρατηγικής και στη φιλόδοξη πολιτική ανάπτυξης και απασχόλησης, οι πόροι που θα διατεθούν προς κάθε κατηγορία περιφερειών να είναι τουλάχιστον στα ίδια επίπεδα που προβλέπονται την τρέχουσα προγραμματική περίοδο».